Σενεγάλης

Σενεγάλης
Ποταμός (1.440 χλμ., με λεκάνη απορροής (440.000 τ. χλμ.) της δυτικής Αφρικής, που σχηματίζεται από τη συμβολή κοντά στην Μπαφουλαμπέ του Μπαφέν, ο οποίος κατεβαίνει από το υψίπεδο Φουτά - Τζαλόν, και του Μπακόυ, ο οποίος πηγάζει από το τέλμα Σαρεάν, κοντά στη Μπουρέ, και πλουτίζεται κατά μήκος του ρου του από τα νερά του Μπουρέ. Επικρατεί η διεύθυνση από τα ΝΑ προς τα ΒΔ. Ως λίγο πιο κάτω από την Κεζ, πετρώδη φράγματα διακόπτουν συχνά την κοίτη του ποταμού δημιουργώντας τους καταρράκτες Γκουίνα και Φελού. Αφού δεχτεί από αριστερά τα νερά του Φαλεμέ, του μεγαλύτερου παραποτάμου του, ο Σ. ρέει σε επίπεδη κοιλάδα και ο ρους του γίνεται αργός, δημιουργώντας κατά μήκος των ακτών εκτεταμένες ελώδεις λεκάνες, που διασχίζονται από δευτερεύοντες κλάδους, και δέχεται τους ποταμούς που πηγάζουν από τα τέλματα Γκιέρ και Καγιάρ. Τελικά προσκρούει σε μια αμμώδη παράκτια λουρίδα και κατέρχεται προς τα Ν, παράλληλα προς την ακτή, ως πιο κάτω από τη Σεν-Λουί, όπου εκβάλλει στον Ατλαντικό μέσω ενός ποταμόκολπου που σωροί άμμου κάνουν αρκετά επισφαλή και περίπλοκο. Ο ποταμός έχει τη μεγαλύτερη παροχή του κατά τους θερινούς μήνες, αλλά τα ακανόνιστα νερά του τον κάνουν ελάχιστα κατάλληλο για ναυσιπλοΐα, εκτός από μικρά τμήματα. Τμήμα του ποταμού Σενεγάλη, με τα χαρακτηριστικά και ευέλικτα παραδοσιακά σκάφη, που χρησιμοποιούνται για να τον διασχίσουν. Μια άποψη του ποταμού Σενεγάλη στο Σεν Λουί με τη γέφυρα Φεντέρμπ: ο ποταμός, που δίνει το όνομά του στη χώρα, πηγάζει από τα εσωτερικότερα ανάγλυφα της γουινεοσουδανικής περιοχής και αποτελεί τη φυσική οδό διείσδυσης προς το εσωτερικό της αφρικανικής ηπείρου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Σενεγάλη — Κράτος της Δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με τη Mαυριτανία, Α με το Mάλι και στα Ν με τη Γουινέα και την Γκάμπια. Στα Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό Ωκεανό.H Σενεγάλη αντιστοιχεί στο ομώνυμο πρώην έδαφος της Δυτικής Γαλλικής Aφρικής (AOF), που… …   Dictionary of Greek

  • Γκάμπια — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γκάμπια Έκταση: 11.295 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.455.842 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Μπανγιούλ (57.700 κάτ. το 2002)Κράτος της βορειοδυτικής Αφρικής. Συνορεύει Β, Α και Ν με τη Σενεγάλη, ενώ Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό… …   Dictionary of Greek

  • Μάλι — Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα ΒΑ με την Αλγερία, στα Α με τη Δημοκρατία του Νίγηρα, στα Δ με τη Μαυριτανία και τη Σενεγάλη και στα Ν με τη Γουινέα, την Ακτή του Ελεφαντοστού και την Μπουρκίνα Φάσο.Χώρα αποκλειστικά ηπειρωτική, χωρίς… …   Dictionary of Greek

  • Μαυριτανία — I Αρχαίο βασίλειο της Αφρικής. Βρισκόταν Δ της Νουμιδίας, και περιελάμβανε το βόρειο τμήμα του Μαρόκο και το δυτικό τμήμα της Αλγερίας. Την εποχή του Καίσαρα έγινε ρωμαϊκή επαρχία, και επί Αύγουστου (25 π.Χ.) προσαρτήθηκε στο βασίλειο της… …   Dictionary of Greek

  • Σερέρ — οι, Ν εθνολ. λαός τής δυτικής Σενεγάλης και τής Γκάμπια, ο οποίος μαζί με τους Ουόλοφ αποτελούν τις μεγαλύτερες μειονότητες τής Σενεγάλης …   Dictionary of Greek

  • Ντακάρ — (Dakar). Πόλη (2.476.400 κάτ. το 2003) πρωτεύουσα της Σενεγάλης και της ομώνυμης επαρχίας (550 τ. χλμ., 2.628.300 κάτ. το 2003). Βρίσκεται στο νότιο άκρο της χερσονήσου του Πράσινου Ακρωτηρίου, σε έναν από τους καλύτερα προφυλαγμένους κόλπους… …   Dictionary of Greek

  • Σενεγαλέζος — ο, θηλ. Σενεγαλέζα, Ν 1. ο κάτοικος τής Σενεγάλης 2. αυτός που κατάγεται από την Σενεγάλη. [ΕΤΥΜΟΛ. < Σενεγάλη + κατάλ. έζος (πρβλ. κιν έζος)] …   Dictionary of Greek

  • Τουκουλόρ — και Τουκουλέρ και Τουκολόρ, οι, Ν εθνολ. μουσουλμανικός λαός τής Αφρικής που ζει κυρίως στη Σενεγάλη. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. Toucouleurs < Tokoror, λ. τής γλώσσας τής Σενεγάλης < Tekrur, περιοχή στη Σενεγάλη] …   Dictionary of Greek

  • αλάτι — Όρος με τον οποίο στην καθομιλουμένη υποδηλώνεται το χλωριούχο νάτριο (NaCl), που χρησιμοποιείται ευρύτατα στη μαγειρική. Στη φύση υπάρχει στο θαλασσινό νερό (από το οποίο εξάγεται με εξάτμιση στις αλυκές) και σε γεωλογικά κοιτάσματα (ορυκτό… …   Dictionary of Greek

  • αλιεία — Πλουτοπαραγωγικός πόρος μιας χώρας που προέρχεται από τη συλλογή και την εμπορία ψαριών. Δραστηριότητα του ανθρώπου που αποβλέπει στη θήρα ψαριών και άλλων ειδών που ζουν μέσα στα νερά. Η δραστηριότητα αυτή είναι πανάρχαια –μόνη προγενέστερή της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”